- αποκρυψις
- ἀπόκρυψιςἀπό-κρυψις-εως ἥ сокрытие
(ὅ ἥλιος τέν ἀπόκρυψιν ποιεῖται ὑπὸ τῆς γῆς Arst.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
(ὅ ἥλιος τέν ἀπόκρυψιν ποιεῖται ὑπὸ τῆς γῆς Arst.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ἀπόκρυψις — disappearance fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκρύψει — ἀπόκρυψις disappearance fem nom/voc/acc dual (attic epic) ἀποκρύψεϊ , ἀπόκρυψις disappearance fem dat sg (epic) ἀπόκρυψις disappearance fem dat sg (attic ionic) ἀποκρύπτω hide from aor subj act 3rd sg (epic) ἀποκρύπτω hide from fut ind mid 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκρύψεις — ἀπόκρυψις disappearance fem nom/voc pl (attic epic) ἀπόκρυψις disappearance fem nom/acc pl (attic) ἀποκρύπτω hide from aor subj act 2nd sg (epic) ἀποκρύπτω hide from fut ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκρύψεσιν — ἀπόκρυψις disappearance fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπόκρυψιν — ἀπόκρυψις disappearance fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
απόκρυψη — η (AM ἀπόκρυψις) [αποκρύπτω] το κρύψιμο νεοελλ. αποσιώπηση, συγκάλυψη αρχ. εξαφάνιση … Dictionary of Greek
ἀποκρύψεων — ἀποκρύψεω̆ν , ἀπόκρυψις disappearance fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκρύψεως — ἀποκρύψεω̆ς , ἀπόκρυψις disappearance fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκρύψῃ — ἀποκρύψηι , ἀπόκρυψις disappearance fem dat sg (epic) ἀποκρύπτω hide from aor subj mid 2nd sg ἀποκρύπτω hide from aor subj act 3rd sg ἀποκρύπτω hide from fut ind mid 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)